Ο αυτισμός είναι μια νευρο-αναπτυξιακή διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ποιοτικά ελλείμματα στην κοινωνική αλληλεπίδραση και την επικοινωνία καθώς και από περιορισμένα, επαναληπτικά και στερεότυπα πρότυπα συμπεριφοράς με έναρξη των συμπτωμάτων πριν την ηλικία των 3 ετών. Παρουσιάζει διαφορετικού βαθμού σοβαρότητα από άτομο σε άτομο, μπορεί να είναι ήπιος, μέτριος ή σοβαρός. Συχνά εμφανίζεται με άλλες ιατρικές καταστάσεις, μεταξύ των οποίων η πιο συχνή είναι η νοητική καθυστέρηση. Είναι επομένως κατανοητό, ότι τα άτομα στο φάσμα του αυτισμού διαφέρουν μεταξύ τους τόσο ως προς τη σοβαρότητα της διαταραχής, όσο και ως προς τον βαθμό της συνυπάρχουσας νοητικής καθυστέρησης ή ως προς το υψηλό νοητικό δυναμικό. Ενώ βλέπουμε πολλές ομοιότητες μεταξύ τους, οι οποίες αφορούν τα βασικά χαρακτηριστικά της διαταραχής, έχουν και πολλές διαφορές. Έτσι, υπάρχουν άτομα στο φάσμα του αυτισμού ικανά, που έχουν σπουδάσει, γράφουν βιβλία, δίνουν διαλέξεις, ενώ άλλα άτομα μπορεί να μην αναπτύξουν ποτέ λόγο, είναι απομονωμένα και παρουσιάζουν έντονα προβλήματα συμπεριφοράς. Ωστόσο, το πιο σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ο τρόπος με τον οποίο μαθαίνουν.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Η σύγχρονη θεωρίας μεταξύ των ερευνητών της γενετικής του αυτισμού υποστηρίζει την ιδέα της σύνθετης κληρονομικότητας. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν να εμπλέκονται ποικίλοι γενετικοί παράγοντες όπου ο συνδυασμός τους μπορεί να προδιαθέτει ένα άτομο να εμφανίσει αυτισμό.
ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Δεδομένου ότι τα νευροβιολογικά αίτια του αυτισμού παραμένουν παγκοσμίως άγνωστα, δεν υπάρχει κάποια ιατρική εξέταση για τις ΔΑΦ. Η διάγνωση βασίζεται σε μια αξιολόγηση των συμπεριφορικών χαρακτηριστικών ενώ μπορεί να διαγνωστεί αξιόπιστα στην ηλικία των 18 μηνών περίπου. Η έγκαιρη διάγνωση μας επιτρέπει την πρώιμη παρέμβαση, η οποία συμβάλλει στην καλύτερη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων έναντι της παρέμβασης που ξεκινά αργότερα στη ζωή του παιδιού.